Ένα όμορφο άρθρο, που πιθανών να αντιπροσωπεύει αρκετούς οπαδούς της ΟΜΟΝΟΙΑΣ 1948 αλλά και τον μέσο Κύπριο φίλαθλο, δημοσίευσε ο Γιώργος Γεωργίου στον πολίτη.
Πιο κάτω το άρθρο αυτούσιο.

“Στην περίπτωση της επένδυσης του κ. Παπασταύρου στην Ομόνοια, δεν έχω πειστεί πως αυτό που έγινε είναι για το καλό του σωματείου. Ίσως να φταίει ο τρόπος μέσα από τον οποίο μας πληροφόρησαν για αυτήν την τεράστια αλλαγή, ο αιφνιδιασμός που επιχειρήθηκε, ο αυταρχισμός προς τις αντίθετες απόψεις και τελικά η επιστράτευση του ”πιστολιού στον κρόταφο” όταν τέθηκε θέμα να κλείσει το ιστορικό σωματείο της Λευκωσίας, από τους ίδιους ανθρώπους που φέρουν ευθύνη για τη χρεοκοπία. Όφειλαν να είναι πολύ πιο προσεκτικοί σε αυτόν τον χειρισμό. Το να δοθεί η Ομόνοια σε ιδιώτη αντιστρατεύεται την ιδιαιτερότητά της ως σωματείο λαϊκής βάσης. Έστω και αν αυτό ήταν μόνο κατ’ επίφαση, ειδικότερα τα τελευταία χρόνια με τα συμβούλια Σεραφείμ και Μιλτιάδους. Για πόσα εκατομμύρια άραγε η Μπαρτσελόνα θα αποκήρυσσε την Καταλωνία, η ΑΕΚ Αθηνών τη σχέση της με την Κωνσταντινούπολη, ή ο ΑΠΟΕΛ να δηλώνει ομάδα της Λεμεσού; Τα ποδοσφαιρικά σωματεία φέρουν τη δική τους ιστορία, έχουν τους δικούς τους μύθους. Δεν παίζεις μαζί τους και όταν η ανάγκη το φέρει, οι χειρισμοί θέλουν προσοχή. Στην περίπτωση της Ομόνοιας θα έπρεπε αυτό να γίνει με σεβασμό στους διαφωνούντες και να ακολουθηθούν μοντέλα εταιρειών που να έχουν τουλάχιστο ψήγματα της λαϊκής βάσης. Η Ευρώπη είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα. Αν αντέγραφαν το γερμανικό μοντέλο ίσως να είχαν γλυτώσει τη διάσπαση.

Μια διάσπαση που μπορεί να έγινε με μια καλή αφορμή, ωστόσο τα αίτια θεωρώ πως είναι πολύ βαθύτερα από τα επικοινωνιακά. Προσωπικά, ως φίλαθλος του ποδοσφαίρου και του γηπέδου έψαχνα εδώ και καιρό μια αφορμή να παρακολουθώ ομάδα σε μικρότερη κατηγορία. Με έχει κουράσει το ούτω καλούμενο μοντέρνο ποδόσφαιρο στην κυπριακή του εκδοχή. Δεν μπορώ να νιώσω καμιά ταύτιση με ομάδες που προχωρούν σε συνεχείς μεταγραφές ακριβοπληρωμένων αστέρων άλλων πρωταθλημάτων. Ποδοσφαιριστές που με χαρά αποδεσμεύουν μερικούς μήνες μετά, μόνο για τους αντικαταστήσουν με άλλους παρόμοιους. Και αυτό να συνεχίζεται χρονιά μετά από χρονιά, είναι αρρωστημένο. Την ίδια ώρα, τα παιδιά των ακαδημιών να περιμένουν τη σειρά τους για να αγωνιστούν και ποτέ να μην παίρνουν την ευκαιρία. Οι ομάδες θέλουν έτοιμες ακριβές λύσεις, οι μάνατζερ θέλουν προμήθειες και οι παράγοντες το ” μπαξίσι” τους. Είναι πραγματικά τόσο σημαντικό ο αναπληρωματικός αριστερός μπακ να έχει παραστάσεις από μεγαλύτερα πρωταθλήματα; Ποιο είναι πραγματικά το πλάνο μιας ομάδας όταν αλλάζεις 3-4 προπονητές μέσα σε μια ποδοσφαιρική χρονιά; Ένιωθα την παρουσία μου στο γήπεδο ως συνενοχή με αυτή τη συμπαιγνία κατά του αθλήματος.

Όπως συμπαιγνία είναι και το χειροκρότημα σε αγώνες χωρίς ισονομία, με τραγικά διαιτητικά λάθη έξω από το πλαίσιο του ανθρώπινου λάθους. Εδώ όμως οι ποδοσφαιρικοί παράγοντες είναι ”ρομαντικοί”. Νιώθουν πως το ποδόσφαιρό μας θα έχανε από την αίγλη του με τη χρήση του VAR που θα απέκλειε το ανθρώπινο λάθος. Εδώ, νιώθουν την ανάγκη να προστατέψουν το ντόπιο ταλέντο των διαιτητών και αρνούνται να φέρουν ουδέτερους και έμπειρους διαιτητές για τα δύσκολα και σημαντικά από άποψη βαθμολογίας παιχνίδια. Το αποτέλεσμα, να έχουμε το πιο αναξιόπιστο πρωτάθλημα στον κόσμο. Μια αναξιοπιστία που φέρει και την ευρωπαϊκή πιστοποίηση καθώς κατέχει το ρεκόρ με τους περισσότερους κόκκινους φακέλους σε μία χρονιά, απ’ οπουδήποτε αλλού. Αξίζει κανείς να το παρακολουθεί;

Νομίζω πως όχι, και γι’ αυτό άλλωστε τα γήπεδα είναι άδεια. Και ενώ αυτή είναι η εικόνα, η συντεταγμένη πολιτεία, με αντανακλαστικά βραδύποδα, αντιδρά και φέρνει την κάρτα φιλάθλου. Κάτι που θα είχε αξία μόνο σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο παρέμβασης. Πώς μπορείς να θέτεις περιορισμούς στους οπαδούς όταν δεν έχεις θέσει κανένα κριτήριο για τους ποδοσφαιρικούς παράγοντες; Κάτι αντίστοιχο έκανε και με την Παιδεία που με τα τόσα της προβλήματα ξεκίνησε τη μεταρρύθμιση από τις διδακτικές ώρες. Ποιον στ’ αλήθεια κοροϊδεύουν εδώ, και πόσο υποτιμούν τη νοημοσύνη του κόσμου. Με αυτά τα δεδομένα αρνούμαι να ξαναπατήσω το πόδι μου σε γήπεδο.

Είναι μέσα σε αυτό το τοξικό περιβάλλον που βλέπω την ίδρυση της Ομόνοιας 1948 ως μια μοναδική ακτίδα ελπίδας για το κυπριακό ποδόσφαιρο στο σύνολό του. Είναι αυτή τη στιγμή η ευκαιρία για κάθε υγιώς σκεπτόμενο φίλαθλο ανεξαρτήτως ομάδας. Θα την αγκάλιαζα απ’ όπου και εάν προερχόταν. Το ότι προέρχεται από τη βάση του κόσμου της Ομόνοιας, ομάδας της οποίας δηλώνω οπαδός από τα τέλη της δεκαετίας του 80, παραδέχομαι πως το κάνει πιο εύκολο για εμένα. Η απαίτηση δεν έχει να κάνει μόνο με την Ομόνοια, αλλά με την αλλαγή ολόκληρου του ποδοσφαιρικού πλαισίου, για απαλλαγή από την τοξικότητα του ευκαιριακού και του πρόσκαιρου. Μπορεί το ποδόσφαιρο να αλλάξει την κοινωνία; Πραγματικά δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω είναι πως όταν ένα σημαντικό της κομμάτι δείχνει να αντιδρά σε κάτι το τόσο διεφθαρμένο, οφείλουμε ακόμη και όσοι δεν μας αφορά το ποδόσφαιρο να το αγκαλιάσουμε.
Καλή επιτυχία μάγκες, ραντεβού τo ερχόμενo Σάββατο.”

Πηγή: http://politis.com.cy/article/giati-omonia-1948-tou-giorgou-georgiou?fbclid=IwAR0Dkko6x_hW4bNlB6I7zWxqn4QX2pWvYoQjjKVnNnm7YVhvKhgkWuGmqAM

Ραντεβού το Σάββατο λοιπόν

ΟΜΟΝΟΙΑ-ΛΑΟΣ-ΑΝΟΔΟΣ

 

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.