Πριν απο μερικούς μήνες αν με ρωτούσατε πως περιμένω την επόμενη μέρα θα σας έλεγα χωρίς δίσταγμο ότι πολυ απλά δεν θέλω να ξημερώσει. Η βίαιη ετσιθελική αλλαγή στις ζωές μας που έγινε μέσα σε ένα βράδυ στις εκλογές του σωματείου μας ήρθε για να επισφραγίσει την κυριαρχία των κομματικών φεουδαρχών που για χρόνια έκοβαν και έραβαν αναλόγως προτιμήσεων στο σώμα της βασίλισσας. Έγινε με τόση χυδαιότητα με τόσο προκλητικό τρόπο ούτως ώστε να μην αφήσει περιθώρια σε κανένα να αμφισβητήσει τον ένα και μοναδικό κυρίαρχο του άλλοτε ένδοξου σωματείου, τον κομματικό ζυγό. Τέλος, δοξάστε τον βασιλιά και το πολιτικό γραφείο του.

 

Ο οποίος μάλιστα κομματικός ζυγός φόρεσε το κουστούμι του ceo και της εταιρείας με περηφάνια και απαίτησε από όλους όπως αποδεχτούν τα νέα δεδομένα και όπως διαγράψουν από την μνήμη τους ιδεολογίες ιδέες ακόμα και επιχειρήματα που το ίδιο το κόμμα χρησιμοποιούσε για να σταματήσει την ιδέα της εταιρίας στο παρελθόν. Λαικός αθλητισμός και λαικά σωματεία θα είναι πλέον κουρελόπανα στα ντουλάπια της ιστορίας ή αν θέλετε θα περιοριστούν στα αγαπημένα τους σωματεία και συλλόγους της γειτονιάς των 30 ατόμων και όχι στην ναυαρχίδα του στόλου την κάποτε ένδοξη Ομονοια Λευκωσίας.

 

Τολμώ να συγκρίνω τις επιπτώσεις και τις συνέπειες που υποστήκαμε εκείνες τις μέρες με ένα πραγματικό σωματικό βιασμό και με ένα αναγκαστικό ξεριζωμό, μια προσφυγιά. Και όσοι με λέτε υπερβολικό μπορείτε να πάτε στο διάλο ή να κάτσετε να σκεφτείτε. Μπορείτε να το κάνετε πηγαίνοντας αν θέλετε. Γιατί δεν είστε εσείς που είδατε την ζωή σας να αλλάζει για τις επιβουλές κάποιων άλλων δεν είστε εσείς που είδατε την προδοσία από τα μέσα. Ήταν η ζωή μας ναι. Και δεν το λέμε με την χαριτωμένη χροιά που το λέει ο κάθε φίλαθλος της πλάκας στις μέρες μας. Το λέμε με όλες τις ημέρες που περάσαμε για πάρτι της φορτωμένες στην πλάτη. Και ένας θεός ξέρει τι περάσαμε και τι περνάμε.

 

Μας βάφτισαν προδότες οι άνθρωποι που κρατούσαν μειδιάζοντας την προδοσία μες τα χέρια τους. Που υπογράψανε κουρελόχαρτα υποταγής και ιδιοκτησίας σε έναν άγνωστο για το απλό κόσμο επενδυτή αλλα πολυ γνωστό δικό τους για τις μπίζνες και το χρήμα τους. Που απαίτησαν από εμάς να σκύψουμε κέφάλι γιατί αυτοί δεν εμαθαν να βλέπουν ουρανό. Μας καταράστηκαν οι καταραμένοι, που να έχουν τις κατάρες όλες να έχουν που ακούστηκαν ποτέ στη γη. Οι χειροκροτητές του εχθρού και οι σιωπηλοί προσκυνημένοι αποδέχτες του εγκληματος. Μας είπαν δεν αγαπάμε. Εμείς. Δεν αγαπάμε εμείς που ότι μάθαμε για αγάπη το μάθαμε δίπλα σε αυτή την ομάδα. Που ότι μας πόνεσε και ότι χαρήκαμε, που ότι γελάσαμε και ότι κλαψαμε, ότι ζήσαμε γαμώ τη ψυσχιή μου μέσα ότι χάραξε το σώμα μας κυριολοχετικά και μεταφορικά, με μαύρα τατουάζ τα μπράτσα μας και μαύρο χρώμα τις καρδιές μας είχε την λέξη Ομόνοια. Για αυτό σου λέω άντε στο διάλο. Ή κάτσε σκέψου. Σκέψου ποιοί σου είπαν ψέματα και ποιοί αλήθειες. Ποιοι σε κοίταζαν στα μάτια και τότε και τώρα, ποιούς τα μάτια είναι κλαμένα και ποιούς είναι καλυμένα με διπλωματικά πολιτικά μονοκλ και ακριβά rayban.

 

Φορτωθήκαμε τα πάντα. Ακόμα και όλα αυτά που μας είπατε. Τα παλιά μας κασκόλ και τις φανέλες μας για να θυμόμαστε. Τις βρισίες σας. Επίσης για να θυμόμαστε. Και πήγαμε να κάνουμε μια τρέλα. Δειλά φοβισμένα μα σίγουρα ξεκινήσαμε και κάναμε μια τρέλα. Της δώσαμε όνομα, δεν σας άρεσε. Ζητήσαμε ομοσπονδία να ενταχθούμε, κλείσατε τις δικες σας και δεν σας άρεσε που πήγαμε αλλού. Ζητήσαμε γήπεδα να παίξουμε, δεν σας άρεσε. Ζητήσαμε φιλικά, αρνηθήκατε εχθρικά. Ότι βήμα και να κάνουμε πάντα σας βρίσκουμε μπροστά μας να φωνασκείτε και να απειλείτε. Μα το χαμόγελο μας τα λέει όλα. Και να απειλείτε τους νεκρούς δεν έπιανε και ποτέ ιδιαίτερο τόπο. Δεν μπορείτε. Δεν μπορείτε να γκρεμίσετε αυτό που χτίζετε γιατί έχει χτιστεί πρώτα από όλα στις καρδιές μας. Με υλικό καλό. Και αγνό. Αληθινό. Από αυτό που θα φτιάχναμε μαζί το μέλλον. Θυμάσαι? Και τον νέο κόσμο του ανθρώπου. Γιατι αυτός δεν μας άρεσε.

 

Θυμάσαι?

 

Αύριο αυτή η τρέλα, αυτό το όνειρο που γεννήθηκε από εφιάλτες, αυτός ο ήλιος που γεννήθηκε μια νύχτα, θα ξημερώσει πιο λαμπρός από ποτέ. Θα βγάλει σώμα και φτερά και θα πετάξει στα πιο μεγάλα μας θέλω, θα βγάλει χέρια και γροθιές υψωμένες και θα τα σηκώσει ψηλά κρατώντας το πρώτο ένδοξο τρόπαιο στην ιστορία της Ομονοιας 1948. Και θα σφραγίσει όλους μας και όλους σας με την δύναμη του πρώτου ονείρου, με το σημάδι των τρελλών που είχαν μια ιδέα. Με την ιδέα. Με το γλυκό τραγούδι όλων των παιδιών και όλων των μεθυσμένων που μέσα σε όλο τους το μαράζι μέσα σε όλη τους την πίκρα, βρήκαν επιτέλους ζάχαρη. Και αυτό να είστε σίγουροι πως επίσης δεν θα σας αρέσει….

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.